Ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου

Την Ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου είτε είμαστε ερωτευμένοι είτε όχι καλούμαστε όλοι να απαντήσουμε τι είναι τελικά αυτός ο έρωτας.

Ποια είναι αυτή η δύναμη που κατορθώνει να μας κάνει να μην αναγνωρίζουμε τον ίδιο μας τον εαυτό. Πώς μπορεί ένα συναίσθημα να μας παγώνει το αίμα; Πώς μπορεί ένας άνθρωπος να έχει τόση εξουσία πάνω μας; Ποια είναι αυτή η μαγεία που θα μπορούσε να μας κάνει να παραμερίσουμε τα πάντα έτσι ώστε να κλέψουμε μία ματιά αυτού του ανθρώπου (Ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου).

Κανείς ίσως δεν ξέρει ποια είναι αυτή η δύναμη. Μόνο την νιώθουμε ή όχι. Την νιώσαμε ή θα την ξανανιώσουμε! Όσο ωραία μπορεί να φαντάζει άλλα τόσο τρομακτική μπορεί να γίνει! Τρομάζει και φοβίζει ότι κάτι αόρατο μπορεί να έχει τόση δύναμη πάνω μας και δυστυχώς πολλοί άνθρωποι γυρνούν στην πλάτη σε κάτι τέτοιο και κρύβονται(Ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου).

Υπάρχουν όμως και οι θαρραλέοι (Τι είναι τελικά ο έρωτας; Μόνο μία απάντηση βρήκαμε)! Εκείνοι που ανοίγουν την πόρτα τους και ξέρουν ότι μπορεί να τους ανυψώσει αυτό το αίσθημα ή να τους κάνει να σπαράξουν. Να τους κάνει τους πιο ευτυχισμένους ανθρώπους στον κόσμο ή να τους διαλύσει, να τους κάνει να γονατίσουν. Ας είναι όμως λένε οι θαρραλέοι και μπράβο τους.

Στο citynow.gr δεν ξέρουμε τι είναι έρωτας (Ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου) και για αυτό δεν μπορούμε να σας δώσουμε μία σαφή απάντηση! Μπορούμε όμως να σας δείξουμε κάτι που για εμάς είναι έρωτας αφού όταν το διαβάζουμε νιώθουμε αυτή τη δύναμη σε κάθε κύτταρό μας.

Πρόκειται για το Μονόγραμμα του Οδυσσέα Ελύτη! Κάθε φορά που το διαβάζει κάποιος ανακαλύπτει κάτι καινούριο για αυτή τη δύναμη! Για τον έρωτα. Το σίγουρο είναι πως σε όποια φάση αν είστε εάν το διαβάσετε θα καταλάβετε κάτι διαφορετικό!

Κάτι ένα όμορφο δώρο στον εαυτό σας και διαβάστε το μακριά από τηλεοράσεις και κινητά! Κάντε μία χάρη στον εαυτό σας και θα δείτε τι θα συμβεί!

Το Μονόγραμμα του Οδυσσέα Ελύτη (απόσπασμα)

Σ’ αγαπάω μ’ ακούς;
Κλαίω, πως αλλιώς, αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι
κλαίω για τα χρόνια που έρχονται χωρίς εμάς
και τραγουδάω για τα αλλά που πέρασαν, εάν είναι αλήθεια.
Για τα «πίστεψέ με» και τα «μη.»
Μια στον αέρα μια στη μουσική,
εάν αυτά είναι αλήθεια τραγουδάω
κλαίω για το σώμα πού άγγιξα και είδα τον κόσμο.
Έτσι μιλώ για σένα και για μένα..
Επειδή σ’ αγαπάω και στην αγάπη
ξέρω να μπαίνω σαν πανσέληνος
από παντού, για σένα
μέσα στα σεντόνια, να μαδάω λουλούδια κι έχω τη δύναμη.
Αποκοιμισμένο, να φυσάω να σε πηγαίνω παντού,
σ’ έχουν ακούσει τα κύματα πως χαϊδεύεις,
πως φιλάς, πως λες ψιθυριστά το «τι» και το «ε.»
Πάντα εμείς το φως κι η σκιά.
Πάντα εσύ τ’ αστεράκι και πάντα εγώ το σκοτάδι,
πάντα εσύ το πέτρινο άγαλμα και πάντα εγώ η σκιά πού μεγαλώνει.
Το κλειστό παντζούρι εσύ, ο αέρας πού το ανοίγει εγώ.
Επειδή σ’ αγαπάω και σ’ αγαπάω.
Πάντα εσύ το νόμισμα και εγώ η λατρεία που το εξαργυρώνει
τόσο η νύχτα, τόσο η βοή στον άνεμο.

Τόσο η ελάχιστη σου αναπνοή που πια
δεν έχω τίποτε άλλο μες στους τέσσερις τοίχους,
το ταβάνι, το πάτωμα να φωνάζω από σένα
και να με χτυπά η φωνή μου
να μυρίζω από σένα και ν’ αγριεύουν οι άνθρωποι.
Επειδή το αδοκίμαστο και το απ’ αλλού φερμένο
δεν τ’ αντέχουν οι άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ’ακούς;

Είναι νωρίς ακόμη μέσα στον κόσμο αυτόν αγάπη μου
να μιλώ για σένα και για μένα.
Είναι νωρίς ακόμη μες στον κόσμο αυτόν, μ’ ακούς;
Είμ’ εγώ, μ’ ακούς; Σ’ αγαπάω, μ’ ακούς;
Πού μ’ αφήνεις, που πας, μ’ ακούς;
Θα ’ρθει μέρα, μ’ ακούς; για μας, μ’ ακούς;
Πουθενά δεν πάω, μ’ ακούς;
Ή κανείς ή κι οι δύο μαζί, μ’ ακούς;
το λουλούδι αυτό της καταιγίδας και μ’ ακούς;
Της αγάπης μια για πάντα το κόψαμε
και δεν γίνεται ν’ ανθίσει αλλιώς, μ’ ακούς;
Σ’ άλλη γη, σ’ άλλο αστέρι, μ’ ακούς;
δεν υπάρχει το χώμα δεν υπάρχει ο αέρας που αγγίξαμε,
ο ίδιος, μ’ ακούς;
και κανείς δεν κατάφερε από τόσον χειμώνα
κι από τόσους βοριάδες, μ’ ακούς;
Νά τινάξει λουλούδι, μόνο εμείς, μ’ ακούς;
Μες στη μέση της θάλασσας
από το μόνο θέλημα της αγάπης, μ ’ακούς.
Ανεβάσαμε ολόκληρο νησί, μ’ ακούς.
Άκου, ποιος μιλάει στα νερά και ποιος κλαίει, ακούς;
Είμαι εγώ που φωνάζω κι είμαι εγώ που κλαίω, μ’ ακούς;
Σ’ αγαπάω, σ’ αγαπάω, μ’ ακούς;
Για σένα έχω μιλήσει σε καιρούς παλιούς
και γιατί, λέει, να μέλει κοντά σου να ’ρθω.

Που δεν θέλω αγάπη αλλά θέλω τον αέρα που αναπνέεις
και για σένα κανείς δεν είχε ακούσει.
Μόνη να περιμένω που θα πρωτοφανείς
σαν από μια εικόνα καταστραμμένη.
Που κανείς να μην έχει δει για σένα για σένα μόνο εγώ,
μπορεί, και η μουσική που διώχνω μέσα μου
αλλά αυτή γυρίζει δυνατότερη για σένα,
όλα για σένα, για σένα σαν καρφίτσα η μυρωδιά η πικρή.
Που βρίσκει μες στο σώμα και που τρυπάει τη θύμηση
έτσι σ’ έχω κοιτάξει που μου αρκεί.
Να’ χει ο χρόνος όλος αθωωθεί μες σε αυτά που το πέρασμα σου αφήνει.
Νίκη, νίκη όπου έχω νικηθεί πριν από εσένα και μαζί σου.
Πήγαινε, και ας έχω εγώ χαθεί ένα κρεβάτι μεγάλο και πόρτα μικρή
Έχω ρίξει μέσα μια φωνή κι έναν καθρέφτη να κοιτάζομαι κάθε πρωί που ξυπνώ.
Να σε βλέπω μισό να περνάς από μπροστά μου
και μισή να κλαίω για αυτό που χάνω, σ’ αγαπάω… Μ’ ακούς;

Σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ, μ’ ακούς.