Ο Νίκος Γιαλελής είναι ένας από τους πιο ταλαντούχους ηθοποιούς της νέας γενιάς με μακρά θεατρική πορεία, αλλά και τηλεοπτική που τον έχουν καταξιώσει στο ευρύ κοινο.
Αυτή την περίοδο τον συναντάμε στην παράσταση “Το Κλύσμα”, μία κωμωδία σε σκηνοθεσία της Άννας Σωτρίνη στο θέατρο Αλκμήνη όπου δανείζει τη φωνή του στο κλύσμα.
Ο Νίκος Γιαλελής μίλησε στο Citynow.gr και τον Πραξιτέλη Σαραντόπουλο για την παράσταση στην οποία πρωταγωνιστεί, δίνοντας τη δική του οπτική.
- Βρίσκεσαι στην παράσταση Το Κλύσμα, μία κωμωδία που παίζει στο Θέατρο Αλκμήνη. Τι πραγματεύεται αυτή η παράσταση;
“Βρίσκομαι”, πράγματι ως φωνή, όχι ως φυσική παρουσία, αλλά για μένα είναι σαν να είμαι εκεί. Το έργο είναι εξομολόγηση μιας γυναίκας σε ένα… κλύσμα, πλάι στο ράντζο του άρρωστου συζύγου της, σε ένα ελληνικό νοσοκομείο. Με πολύ χιούμορ αλλά και αρκετές δραματικές πινελιές, η Ξανθή αφηγείται την ιστορία της, την ιστορία μιας ολόκληρης γενιάς γυναικών που διδάχτηκαν ότι η απόλυτη εξάρτηση από τον άντρα τους είναι καθήκον και μονόδρομος.
2. Εσύ δανείζεις τη φωνή σου στο Κλύσμα και ακούς όλα όσα σου λέει η ηρωίδα για τη ζωή της. Έχουμε όλοι στη ζωή μας ανάγκη ένα Κλύσμα;
Αν έχουμε όλοι την ανάγκη να νιώθουμε πως κάπως κάποιος μας ακούει, θέλει να μοιραστούμε μαζί του όσα σκεφτόμαστε και νιώθουμε βαθιά μέσα μας, τότε ναι.
3. Στην πραγματική ζωή ποιοι άνθρωποι στη ζωή μας θα μπορούσαν να είναι το Κλύσμα μας;
Φίλοι; Συγγενείς; Επαγγελματίες ψυχικής υγείας; οδηγοί ταξί; άγνωστοι σε ένα παγκάκι; Νομίζω πως η ανάγκη να μιλήσει κανείς, όταν προκύπτει, τόσο έντονη όσο στην ηρωίδα του έργου, την Ξανθή, δεν γνωρίζει όρια.
4. Το θέατρο φέτος ανθεί ή έτσι φαίνεται τουλάχιστον! Δεκάδες χώροι έχουν μετατραπεί σε θεατρικές σκηνές και δεκάδες παραστάσεις αλλά ο κόσμος ακόμα δεν ανταποκρίνεται. Γιατί πιστεύεις πως γίνεται αυτό; Είναι φυσιολογικό σε μία πόλη σαν την Αθήνα τόσες θεατρικές σκηνές;
Όσο κι αν φαίνεται περίεργο η συζήτηση αυτή περί των πολλών παραστάσεων και χώρων είναι αρκετά παλιά, υπάρχει σίγουρα από την εποχή που τελείωνα τη σχολή, πριν από το 2000. Δεν ξέρω τι, που να μην έχει ήδη ειπωθεί, θα μπορούσε να προσθέσει η δική μου γνώμη στη συζήτηση… Κατ’ αρχάς δεν ξέρω κατά πόσον ο κόσμος δεν ανταποκρίνεται, δεδομένου ότι έχω την εντύπωση πως δύσκολα αντέχει κανείς οικονομικά να παίζει σε άδεια καθίσματα για καιρό. Όσο για το γιατί συμβαίνει; Ίσως ένα κομμάτι να έχει τις ρίζες του στο διαχρονικό δίλημμα της κρατικής πολιτικής επιχορηγήσεων «πολλά σε λίγους ή λίγα σε πολλούς»· ίσως άλλο ένα στο ότι από τη δεκαετία του 1990 και την ανάπτυξη της τηλεόρασης ένα νέο πρότυπο «επαγγελματικής επιτυχίας» πιθανόν να αναδύθηκε, κάνοντας τον κόσμο του θεάματος πιο ελκυστικό· κι ίσως η οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας, διαψεύδοντας κάθε βεβαιότητα για «επαγγέλματα με σίγουρη εξασφάλιση» να ώθησε νεότερους ανθρώπους να κυνηγήσουν με λιγότερους ενδοιασμούς αυτό που αγαπούν.
Δεν ξέρω πώς και ποιος ορίζει το «φυσιολογικό» (ελπίζω κανείς και σε καμία περίπτωση εγώ), αλλά σκέφτομαι ότι σε μια χώρα που πλέον μόνον η εστίαση και τα τουριστικά επαγγέλματα φαίνεται (ή ίσως υποδεικνύεται) πως υπόσχονται κάποια δυνατότητα επιβίωσης για την συντριπτική πλειοψηφία των νέων ανθρώπων, ίσως το ότι κάποιοι από αυτούς επιμένουν να ασκούν τον εαυτό τους σε κάτι που αγαπούν, να αγωνίζονται να συμπληρώσουν τα κενά της παιδείας τους και να συνυπάρξουν με άλλους σε μια εποχή ιδιώτευσης, να είναι ελπιδοφόρο. Με την προϋπόθεση βεβαίως ότι κανείς δεν τους υπόσχεται ότι η σπουδή της υποκριτικής οδηγεί μετά βεβαιότητας σε επαγγελματική αποκατάσταση ή δεν προσπαθεί να τους πείσει ότι ένα “sold out” σε 30 θέσεις αποτελεί κάποιο είδος «καθιέρωσης». Αλλά, τονίζω και πάλι, ακόμα κι έτσι, είμαι ο τελευταίος που θα υποδείξει σε κάποιον άλλο πώς θα είναι ευτυχισμένος.
5. Για έναν ηθοποιό που ζει από τη δουλειά του είναι εφικτό να ζήσει μόνο από το θέατρο;
Νομίζω ότι εξαρτάται από το τι θεωρεί κανείς ότι έχει ανάγκη. Με αμιγώς οικονομικούς όρους είναι σίγουρα δύσκολο, αλλά όχι ακατόρθωτο.
6. Μετά τις αποκαλύψεις που έχουν γίνει για όλα όσα συνέβησαν στα θέατρα, έχει αλλάξει κάτι;
Δεν μπορώ να απαντήσω σίγουρα, ελπίζω ειλικρινά πως ναι. Ωστόσο, και στο θέατρο και σε ολόκληρη την κοινωνία, όσο κανείς δε λύνει μέσα του με ειλικρίνεια την προσωπική του σχέση με την έννοια «εξουσία», κάθε προσπάθεια πιο θεσμικής θωράκισης των επαγγελματικών σχέσεων δε θα μπορέσει να αποφύγει, κατά τη γνώμη μου, τις «γκρίζες ζώνες». Η αγάπη για την εξουσία είναι, νομίζω, αρκετά ύπουλο πράγμα, και δεν ξέρω πόσο εύκολα κανείς της γλιτώνει αν δεν το έχει συνειδητό στόχο και αν αισθάνεται ότι η ζωή και οι άλλοι του χρωστούν.
7. Το κεφάλαιο τηλεόραση σε ενδιαφέρει; Θεωρείς πως είναι ένα απαραίτητο βήμα εάν θέλει ένας ηθοποιός να γίνει αναγνωρίσιμος;
Έχω εργαστεί αρκετές φορές στην τηλεόραση και ήταν όλες εμπειρίες πολύ ενδιαφέρουσες που τις θυμάμαι με χαρά. Σίγουρα βοηθά στην αναγνωρισιμότητα, αν και τώρα που υπάρχουν αρκετές τηλεοπτικές παραγωγές δεν ξέρω κατά πόσον η ίδια η αναγνωρισιμότητα «μετράει» όσο παλιότερα.
8. Θέλω να μου πεις και να μου περιγράψεις την καλύτερη σου στιγμή στο θέατρο, αλλά και εκείνη τη στιγμή που θα ήθελες να ξεχάσεις για πάντα
Δεν είναι μία.. κινδυνεύοντας να γίνω πραγματικά μπανάλ, θα έλεγα ότι ως καλύτερη είναι κάθε στιγμή που καταλαβαίνεις ότι αυτό που κάνεις αφορά – αδιάφορο αν τον αφορά θετικά ή αρνητικά – κάποιον στην αίθουσα, και, βέβαια, όταν συμβαίνει το αντίθετο έχουμε τις στιγμές που θέλει κανείς να ξεχάσει για πάντα, αν και ίσως τελικά να είναι οι πιο χρήσιμες.
Συνέντευξη: Πραξιτέλης Σαραντόπουλος
Τσέκαρε κι αυτά: